Κλωνοποίηση κατοικιδίων: Η αμφιλεγόμενη και πανάκριβη πρακτική που διχάζει
Νάνσυ Κουλούρα
16/03/2025

Πώς άραγε φτάσαμε από την Dolly, το πρόβατο, σε μια ακμάζουσα βιομηχανία κλωνοποίησης με πελάτες την Barbara Streisand και τον Javier Milei;
Στις 5 Ιουλίου του 1996, γεννιέται στη Σκωτία ένα φουντωτό, κατάλευκο προβατάκι ονόματι Dolly. Ο ερχομός του στον κόσμο φυλάσσεται σαν επτασφράγιστο μυστικό και ανακοινώνεται στην υφήλιο σχεδόν έξι μήνες μετά. Η είδηση γίνεται κατευθείαν πρωτοσέλιδο στα διεθνή ΜΜΕ και κυριαρχεί για μέρες σε τηλεοπτικές εκπομπές, πυροδοτώντας αντιδράσεις που κυμαίνονται από ενθουσιασμό για την αλματώδη πρόοδο της επιστήμης, μέχρι πύρινους λόγους περί ανήθικης παρέμβασης στη φύση και προσβολή της ιερότητας της ζωής.
Δημιούργημα ομάδας επιστημόνων από το Roslin Institute του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, η Dolly ήταν το πρώτο θηλαστικό που κλωνοποιήθηκε επιτυχώς από ένα ενήλικο σωματικό κύτταρο. Η γέννησή της αποτέλεσε κομβικό σημείο στην επιστήμη, ανοίγοντας τον δρόμο για πολλά υποσχόμενες έρευνες πάνω στη γονιδιακή θεραπεία, τα βλαστοκύτταρα και τη διατήρηση απειλούμενων ειδών. Προκάλεσε όμως και έντονο προβληματισμό, ακόμα και εντός της επιστημονικής κοινότητας, αφού θεωρήθηκε από κάποιους ως το πρώτο βήμα για την κλωνοποίηση ανθρώπων και για την υλοποίηση εφιαλτικών sci-fi σεναρίων, φόβοι που ευτυχώς δεν έχουν επαληθευτεί μέχρι σήμερα.
Από την Dolly στους κλωνοποιημένους σκύλους της Barbara Streisand και του Javier Milei
Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά την Dolly και τις ακραίες αντιδράσεις που προκάλεσε η αντισυμβατική της γέννηση, ο θόρυβος γύρω από τα κλωνοποιημένα ζώα έχει καταλαγιάσει σημαντικά. Μέσα στις τελευταίες δεκαετίες, έχουν δημιουργηθεί κλώνοι από πιθήκους, χοίρους, βοοειδή, τρωκτικά, άλογα και πολλά άλλα είδη, τόσο για επιστημονικούς όσο και για εμπορικούς λόγους. Φυσικά, από αυτόν τον κατάλογο δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι γάτες και οι σκύλοι, με ορισμένες εταιρείες να αντιλαμβάνονται από νωρίς τις τεράστιες προοπτικές κέρδους που δημιουργεί η ιδιαίτερη σχέση αυτών των πλασμάτων με τον άνθρωπο.
Σήμερα υπάρχουν αρκετές ιδιωτικές εταιρείες (κυρίως στις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα) που προσφέρουν υπηρεσίες συντήρησης γενετικού υλικού και κλωνοποίησης κατοικίδιων ζώων. Μεταξύ των πιο διάσημων πελατών τους η Barbara Streisand, που αποκάλυψε το 2018 πως τα δύο κουτάβια της αποτελούν κλώνους της αγαπημένης της σκυλίτσας Samantha, η οποία είχε φύγει από τη ζωή την προηγούμενη χρονιά, αλλά και o εκκεντρικός πρόεδρος της Αργεντινής Javier Milei, που απέκτησε πέντε αγγλικά μαστίφ μέσω της κλωνοποίησης του λατρεμένου του Conan, αφού τον έχασε από καρκίνο της σπονδυλικής στήλης.
Το κοινό στοιχείο που συνδέει αυτά τα δύο διάσημα πρόσωπα με τις εξαιρετικά διαφορετικές αντιλήψεις για τη ζωή είναι το ισχυρό δέσιμο με τα κατοικίδιά τους και η βαθιά θλίψη που βίωσαν από την απώλειά τους. Τόσο η Streisand όσο και ο Milei θέλησαν να κρατήσουν κοντά τους με κάποιον τρόπο το αγαπημένο τους κατοικίδιο μετά τον θάνατό του, και αυτό είναι αναμφίβολα το κίνητρο της μεγάλης πλειοψηφίας των ανθρώπων που απευθύνονται σε αυτές τις εταιρείες.
Η διαδικασία και το κόστος
Για να κλωνοποιηθεί ένα κατοικίδιο, το πρώτο βήμα είναι να συλλεχθούν κύτταρα ιστού, πριν ή αμέσως μετά το θάνατο του ζώου. Αυτά τα κύτταρα καλλιεργούνται και καταψύχονται, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα διατηρηθούν για πολλά χρόνια αναλλοίωτα και «έτοιμα προς χρήση».
Η ViaGen, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες στη βιομηχανία της κλωνοποίησης που εδρεύει στο Τέξας, προσφέρει την υπηρεσία της αρχικής επεξεργασίας και καλλιέργειας του δείγματος ιστού με κόστος 1.600 δολαρίων, χρεώνοντας επιπλέον μια ετήσια συνδρομή για τη συντήρησή του.
Για να προχωρήσει η διαδικασία της κλωνοποίησης, το DNA που λαμβάνεται από το δείγμα εισάγεται σε ένα ωάριο δότριας, από το οποίο έχει αφαιρεθεί το γενετικό υλικό. Το ωάριο διεγείρεται με ηλεκτρισμό για να ενθαρρυνθεί η κυτταρική διαίρεση. Τα έμβρυα που προκύπτουν από αυτή τη διαδικασία μεταφέρονται στη συνέχεια στην παρένθετη μητέρα, με την ελπίδα ότι τουλάχιστον ένα από αυτά θα επιβιώσει. Αν η διαδικασία είναι επιτυχής, το παρένθετο ζώο κυοφορεί τον κλώνο – ή τους κλώνους – για περίπου δύο μήνες, και κατόπιν γεννά τα κουτάβια ή τα γατάκια.
Βάσει του «τιμοκαταλόγου» που βρίσκουμε στον ιστότοπο της ViaGen, το κόστος αυτής της διαδικασίας ανέρχεται σε 50.000 δολάρια, τόσο για σκύλους όσο και για γάτες.
«Ακριβές αντίγραφο» ή ψευδαίσθηση;
Στον ιστότοπο της ViaGen διαβάζουμε ότι τα κλωνοποιημένα κατοικίδια έχουν «πανομοιότυπη γενετική ταυτότητα» με τον σκύλο ή τη γάτα απ’ όπου προέρχεται το DNA τους. Δότης και κλώνος είναι πολύ πιθανό να μοιράζονται πολλά βασικά χαρακτηριστικά, «συμπεριλαμβανομένης της ευφυίας, της ιδιοσυγκρασίας και της εμφάνισης» προσθέτει η εταιρεία, διευκρινίζοντας ότι οι κλώνοι δεν υφίστανται καμία τροποποίηση στα γονίδιά τους και απολαμβάνουν πλήρεις και υγιείς ζωές.
Όταν ακούμε τη λέξη «κλώνος», πολλοί από εμάς νομίζουμε ότι πρόκειται για το ακριβές αντίγραφο ενός οργανισμού. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Όπως εξήγησε σε συνέντευξή της στο περιοδικό Discover η Gita Gnanadesikan, βιολόγος του Emory University που ειδικεύεται στην εξέλιξη, «συχνά σκεφτόμαστε το DNA ως ένα λεπτομερές “κατασκευαστικό σχέδιο” για ολόκληρο τον οργανισμό, όμως στην πραγματικότητα μοιάζει περισσότερο με ένα ασαφές σύνολο οδηγιών που μπορεί να ακολουθηθούν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ανάλογα με την κατάσταση, το περιβάλλον και το χαρακτηριστικό υπό εξέταση».
Αν και τα κλωνοποιημένα ζώα μοιράζονται το ίδιο DNA με το αρχικό ζώο, δεν είναι εγγυημένο ότι θα έχουν την ίδια προσωπικότητα, ούτε καν και την ίδια ακριβώς εμφάνιση. «Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι πάντα τουλάχιστον λίγο διαφορετικό», λέει η Gnanadesikan. Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν το πώς εκδηλώνεται το γενετικό σχέδιο στην εμφάνιση και τη συμπεριφορά. Μερικές φορές, μικρές αλλαγές στο DNA συμβαίνουν κατά τη διαδικασία της κλωνοποίησης. Ακόμα και όταν δεν υπάρχει η παραμικρή παρέμβαση στα γονίδια, φυσικές αλλαγές στο DNA μπορεί να προκύψουν σε διάφορες φάσεις της ανάπτυξης ενός οργανισμού. Αυτές είναι συχνά επιγενετικές αλλαγές — τροποποιήσεις στο DNA που ρυθμίζουν αν κάποια γονίδια θα ενεργοποιηθούν ή όχι. Επιγενετικές αλλαγές μπορούν να προκύψουν ακόμα και πριν γεννηθεί το κουτάβι ή το γατάκι, προκαλώντας μικρές διαφοροποιήσεις στο χρώμα ή τα σημάδια του.
Όσον αφορά την προσωπικότητα, οι διαφορές είναι πιθανό να είναι πολύ πιο εμφανείς. Η Gnanadesikan έχει ερευνήσει την κληρονομικότητα της συμπεριφοράς στους σκύλους. Διαπίστωσε ότι οι περισσότερες συμπεριφορές είναι «μερικώς μεταβιβάσιμες», πράγμα που σημαίνει ότι, ναι μεν τα γονίδια είναι σημαντικά, αλλά η γενετική συχνά αποτελεί λιγότερο από το μισό της συνολικής εικόνας. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία, λέει, είναι το περιβάλλον: παράγοντες όπως η πρώιμη εκπαίδευση, η κοινωνικοποίηση με άλλους σκύλους και ανθρώπους και ίσως και κάποιες καθοριστικές αναμνήσεις.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι πως τα κλωνοποιημένα κουτάβια ή γατάκια είναι πολύ πιθανό να μοιάζουν εμφανισιακά με τα αρχικά κατοικίδια, ωστόσο δεν πρόκειται για ακριβή αντίγραφα. Στην πραγματικότητα, η προσωπικότητά τους μπορεί να είναι αρκετά διαφορετική.
Τα ηθικά ζητήματα
Μπορεί η κλωνοποίηση κατοικιδίων να είναι πλέον εμπορικά διαθέσιμη σε ορισμένες χώρες, ωστόσο ηθικά ζητήματα εξακολουθούν να απασχολούν έντονα την επιστημονική κοινότητα και τις φιλοζωικές οργανώσεις. Πολλοί επισημαίνουν τα κενά στο νομικό πλαίσιο που καλύπτει αυτές τις διαδικασίες, τα οποία επιτρέπουν αδιαφάνεια και εγείρουν ακόμα περισσότερες ανησυχίες για την υγεία των εμπλεκόμενων ζώων.
Όπως αναφέραμε παραπάνω, η διαδικασία που ακολουθούν τα εργαστήρια για τη δημιουργία ενός ή περισσότερων κλώνων περιλαμβάνει τη συμμετοχή τουλάχιστον δύο επιπλέον ζώων, της δότριας του ωαρίου που θα υποστεί τη γενετική τροποποίηση και της παρένθετης μητέρα που θα κυοφορήσει το έμβρυο ή τα έμβρυα. To χαμηλό ποσοστό επιτυχίας της κλωνοποίησης σημαίνει ότι αυτά τα πλάσματα μπορεί να χρειαστεί να υποβληθούν πολλές φορές σε ορμονικές θεραπείες ή χειρουργικές επεμβάσεις, προκειμένου να γεννηθεί ένα βιώσιμο γατάκι ή κουτάβι. «Υποβάλλουμε αυτά τα ζώα σε επώδυνες διαδικασίες χωρίς κανένα ουσιαστικό όφελος, κι αυτό είναι ηθικά προβληματικό», εξηγεί ο Robert Klitzman, διευθυντής του τμήματος Βιοηθικής στο Columbia University στη Νέα Υόρκη, μιλώντας στον ιστότοπο Science World.
Σύμφωνα με τον ίδιο, κάθε χειρουργική επέμβαση σε ένα ζώο συνοδεύεται πάντα από ρίσκο για τη ζωή του, και πρέπει να πραγματοποιείται μόνο εφόσον αποσκοπεί στη βελτίωση της υγείας του ή την πρόοδο της ιατρικής έρευνας.
Την ίδια άποψη συμμερίζονται πολλοί άλλοι ειδικοί στη Βιοηθική, όπως η Jessica Pierce, η οποία έγραψε σε άρθρο της στους New York Times ότι η βιομηχανία κλωνοποίησης έχει δημιουργήσει μια «τάξη σκύλων β’ κατηγορίας, που παραμένουν αόρατοι σ’ εμάς και τα σώματά τους χρησιμοποιούνται ως βιολογικό υλικό».
Σε άρθρο της το 2018, η PETA κατακεραύνωσε την απόφαση της Streisand να κλωνοποιήσει τη σκυλίτσα της, χαρακτηρίζοντας τη διαδικασία ως «αληθινή ταινία τρόμου» και «σπατάλη ζωών, χρόνου και χρήματος». Αν και η φιλοζωική οργάνωση εξηγεί στο κείμενο ότι κατανοεί τη θλίψη της τραγουδίστριας και ηθοποιού για την απώλεια της αγαπημένης της Sammie, επισημαίνει ότι όλα τα χαρακτηριστικά της που λάτρευε όταν βρισκόταν στη ζωή – η συμπεριφορά της, οι παραξενιές της, τα ενδιαφέροντά της – ήταν μοναδικά και δεν μπορούν να αναπαραχθούν. «Αγαπούσε τη Samantha επειδή ήταν η Samantha… Κανένα εργαστήριο δεν μπορεί να δημιουργήσει αντίγραφο μιας προσωπικότητας», τονίζει η οργάνωση.
Άλλοι ηθικοί προβληματισμοί που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς αφορούν την προέλευση και την «τύχη» των εμπλεκόμενων ζώων στις προαναφερόμενες διαδικασίες. Μιλώντας στον ιστότοπο Dogster, εκπρόσωπος της ViaGen αποκάλυψε πρόσφατα ότι η εταιρεία συνεργάζεται με εκτροφείς κατοικιδίων που της προμηθεύουν τα κατάλληλα ζώα και ότι οι παρένθετες μητέρες, αφού γεννήσουν μία φορά, προωθούνται για υιοθεσία. Την ίδια κατάληξη έχουν και τα επιπλέον ζωάκια που μπορεί να γεννηθούν, αν επιβιώσουν περισσότερα έμβρυα κατά τη διαδικασία κλωνοποίησης. «Εάν ο πελάτης δεν θέλει ένα επιπλέον κουτάβι, τότε τους βοηθούμε να του βρουν ένα άλλο σπιτικό», εξηγεί η Lauren Aston.
Η αγάπη ενός αδέσποτου ως «θεραπεία» για τη θλίψη της απώλειας
Τη στιγμή που υπάρχουν εκατομμύρια πλάσματα σε καταφύγια αδέσποτων ζώων ανά την υφήλιο που αναζητούν την στοργή και τη φροντίδα ενός κηδεμόνα, προκύπτει το εύλογο ερώτημα: Αξίζει τον κόπο να δαπανήσει κάποιος μια μικρή περιουσία κυνηγώντας την «ψευδαίσθηση» (όπως όλα δείχνουν) ότι το πολύτιμο πλάσμα που χάθηκε τόσο επώδυνα από τη ζωή τους βρίσκεται ακόμα κοντά του;
Την απάντηση μπορεί να τη δώσει ο καθένας για τον εαυτό του, ωστόσο πολλοί ειδικοί και κηδεμόνες θα συμφωνήσουν ότι αυτό που καθιστά μοναδική τη σχέση μας με τα κατοικίδιά μας δεν είναι η εμφάνιση, ούτε καν η ιδιοσυγκρασία τους. Είναι το δέσιμο που χτίζεται μέρα με την ημέρα, με τα παιχνίδια, τις βόλτες, την παρουσία τους δίπλα μας τις δύσκολες στιγμές, τις κοινές αναμνήσεις και εμπειρίες που αποκτάμε μαζί τους. Η θλίψη που νιώθουμε όταν χάνουμε όλα τα παραπάνω είναι βαθιά, ωστόσο η αγάπη και η χαρά που μπορεί να φέρει στη ζωή μας ένας νέος τετράποδος φίλος που χρειάζεται τη φροντίδα μας μπορεί να επουλώσει κάποιες πληγές και να μετριάσει τον πόνο.