Υποβοηθούμενη εξέλιξη: Παρεμβαίνοντας γενετικά στα είδη που κινδυνεύουν από εξαφάνιση
Στέλλα Πανοπούλου
21/04/2024
Οι άνθρωποι έχουμε εξωθήσει τη βιοποικιλότητα στα όριά της. Καταστρέφοντας οικοτόπους, εισάγοντας εισβλητικά είδη και μεταδοτικές ασθένειες σε διάφορα οικοσυστήματα, καθώς και με τη συμβολή της κλιματικής αλλαγής, έχουν θέσει πολλά είδη σε κίνδυνο.
Το παράδειγμα της Αυστραλίας
Στο άρθρο της στους New York Times, η Emily Anthes φέρνει στη συζήτηση το παράδειγμα της Αυστραλίας, η οποία διαθέτει, από τη μία, κάποια από τα πιο ιδιαίτερα και πλούσια οικοσυστήματα στον κόσμο, και από την άλλη έναν από τους πιο ανησυχητικούς ρυθμούς εξαφάνισης ειδών στον κόσμο.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, σε κάποιες περιπτώσεις οι απειλές για συγκεκριμένα είδη γίνονται τόσο σοβαρές, που ο μόνος τρόπος να προστατευτούν τα ιδιαίτερα ζώα της Αυστραλίας, είναι να παρέμβουν οι άνθρωποι στη διαδικασία της εξέλιξής τους, αλλάζοντας το DNA τους. Χρησιμοποιώντας μια ποικιλία τεχνικών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται επιμιξίες και γενετική επεξεργασία, οι επιστήμονες μεταβάλλουν το γενετικό υλικό ευάλωτων ζώων, προσδοκώντας να τα εξοπλίσουν με τα κατάλληλα χαρακτηριστικά που χρειάζονται για την επιβίωσή τους.
Όπως είπε ο Anthony Waddle, βιολόγος εξειδικευμένος στην προστασία της φύσης στο Πανεπιστήμιο Macquarie του Σίδνεϊ: “Ερευνούμε το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε την εξέλιξη”.
Σε πολλούς, ένα τέτοιο εγχείρημα μπορεί να μοιάζει θρασύ, κυρίως γιατί αμφισβητεί τη θεμελιώδη αντίληψη σχετικά με την προστασία της άγριας φύσης: ότι πρέπει να προστατεύουμε και να διατηρούμε τα άγρια πλάσματα όπως ακριβώς είναι, χωρίς να επεμβαίνουμε. Ζούμε, όμως, σε μια εποχή όπου ο άνθρωπος κυριαρχεί και η παγκόσμια κρίση βιοποικιλότητας απειλεί πολλά είδη με εξαφάνιση. Στα πλαίσια αυτά, αρκετοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι οι παραδοσιακές μέθοδοι προστασίας της φύσης ενδέχεται να μην επαρκούν πλέον.
“Ψάχνουμε για λύσεις σε έναν αλλαγμένο κόσμο,” είπε ο Dan Harley, οικολόγος στην οργάνωση Zoos Victoria. “Χρειάζεται να ρισκάρουμε. Χρειάζεται να τολμήσουμε περισσότερο”.
Παραδοσιακή vs. παρεμβατική προστασία της βιοποικιλότητας
Η διάσωση ειδών υπό εξαφάνιση με τη βοήθεια γενετικών παρεμβάσεων δεν αποτελεί νέα ιδέα. Ένα επιτυχημένο τέτοιο παράδειγμα στην ιστορία της προστασίας της φύσης, αποτελεί η αναγέννηση από τους επιστήμονες του μικροσκοπικού πληθυσμού πανθήρων της Φλόριντα με ιστορικό αιμομιξιών, εισάγοντας άγριους πάνθηρες από έναν διαφορετικό πληθυσμό του Τέξας.
Η προσέγγιση αυτή, όμως, αντιτίθεται στα θεμέλια της παραδοσιακής διατήρησης της βιοποικιλότητας που θέλουν τους διαφορετικούς βιολογικούς πληθυσμούς να διατηρούνται χωριστά και γενετικά “ανόθευτοι”.
“Είναι πραγματικά μια αλλαγή παραδείγματος”, είπε η Sarah Fitzpatrick, εξελικτική οικολόγος στο Πανεπιστήμιο της Πολιτείας του Michigan, η οποία βρήκε ότι η μέθοδος της γενετικής διάσωσης δεν χρησιμοποιείται αρκετά στις ΗΠΑ.
Η διασταύρωση δύο διαφορετικών πληθυσμών, τεχνική που χρησιμοποιείται συχνά στα πλαίσια της “υποβοηθούμενης εξέλιξης”, εισάγει τον κίνδυνο να θολώσουν τα όρια αυτών που καθιστούσαν το κάθε είδος μοναδικό, και να δημιουργηθούν υβρίδια που δεν θα χωρούν σε καμία κατηγορία. Ακόμα, η μετακίνηση ζώων μεταξύ πληθυσμών, μπορεί να προκαλέσει την εξάπλωση ασθενειών, να δημιουργήσει νέα εισβλητικά είδη, ή να αποσταθεροποιήσει τα οικοσυστήματα με τρόπους που δεν μπορούμε να προβλέψουμε.
Επίσης, η γενετική διάσωση είναι μια μορφή ενεργούς ανθρώπινης παρέμβασης που παραβιάζει αυτό στο οποίο πολλοί ακαδημαϊκοί αναφέρονται ως “ήθος της εγκράτειας”, και έχει κατακριθεί κάμποσες φορές ότι μοιάζει με το να παριστάνει κανείς τον Θεό.
Όπως εξήγησε ο Andrew Weeks, οικολογικός γενετιστής του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης, ο οποίους ξεκίνησε τη γενετική διάσωση των possum πυγμαίων των βουνών το 2010: “Ήταν μόνο η ιδέα ότι ο πληθυσμός επρόκειτο να εξαφανιστεί που φαντάζομαι ότι έδωσε το σπρώξιμο στις κρατικές υπηρεσίες”.
Οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα ώστε να γίνει ένας ολοκληρωμένος απολογισμός της επιτυχίας τους. Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι ενισχύοντας τη γενετική ποικιλότητα θα κάνουν τους πληθυσμούς αυτούς πιο ανθεκτικούς απέναντι στους άγνωστους, ακόμα, κινδύνους που μπορεί να προκύψουν, αυξάνοντας τις πιθανότητες να επιβιώσουν. Σύμφωνα με τον Δρ. Harley του Zoos Victoria: “Η γενετική ποικιλότητα είναι το σχέδιο για να αντιμετωπίσουμε το μέλλον”.
Ανεπιθύμητες συνέπειες
Πολλοί ανησυχούν σχετικά με τις συνέπειες τέτοιων εγχειρημάτων, καθώς όσο εκλεπτυσμένη και εξειδικευμένη κι αν γίνεται η τεχνολογία, οι οργανισμοί και τα οικοσυστήματα παραμένουν ιδιαίτερα σύνθετα. Σύμφωνα με την Tiffany Kosch, γενετίστρια με εξειδίκευση στην προστασία της άγριας φύσης στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, η οποία επίσης επιθυμεί να δημιουργήσει πληθυσμούς βατράχων με καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης, οι γενετικές παρεμβάσεις είναι “πιθανό να έχουν κάποιες ακούσιες συνέπειες”. Είπε, για παράδειγμα, ότι μια γενετική διαφοροποίηση που βοηθά τους βατράχους να γίνουν πιο ανθεκτικοί ως προς μια απειλή, μπορεί να τους κάνει πιο ευάλωτους σε κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας. Υπάρχουν στην ιστορία των γενετικών διασώσεων τέτοια παραδείγματα προς αποφυγή.
Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους ανησυχούν μερικοί ειδικοί και περιβαλλοντικές ομάδες. Σύμφωνα με τον Cam Walker, εκπρόσωπο της οργάνωσης Friends of the Earth Australia: “Το να εστιάζουμε σε εντατικές παρεμβάσεις σε συγκεκριμένα είδη μπορεί να τραβήξει την προσοχή μας” [από πιο σημαντικά ζητήματα]. Η ολοκληρωμένη διαχείριση της βιοποικιλότητας των ειδών απαιτεί ευρύτερες, οριζόντιες λύσεις, όπως είναι η αναχαίτιση της απώλειας οικοτόπων.
Επιπλέον, τα ζώα είναι αυτόνομα άτομα, και κάθε παρέμβαση στις ζωές ή στα γονιδιώματά τους πρέπει να χαίρει “πολύ ισχυρής ηθικής δικαιολόγησης”, κάτι που συχνά δεν καταφέρνουν τελείως ούτε τα εγχειρήματα παραδοσιακής προστασίας της άγριας φύσης, όπως είπε ο Adam Cardilini, περιβαλλοντικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Deakin της Victoria.
Ο φιλόσοφος της βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Macquarie, Chris Lean, είπε ότι πιστεύει στον θεμελιώδη στόχο σχετικά με την προστασία της φύσης – το να “διατηρήσουμε τον κόσμο όπως είναι για την αξία της κληρονομιάς του, για την ικανότητά του να λέει την ιστορία της ζωής στη Γη”. Παρόλα αυτά, δήλωσε ότι υποστηρίζει την προσεχτική, περιορισμένη χρήση των νέων γενετικών εργαλείων, που μπορεί να απαιτήσουν από εμάς να αναθεωρήσουμε κάποιες από τις περιβαλλοντικές αξίες που καθόριζαν τις ανθρώπινες παρεμβάσεις μέχρι τώρα.
Κατά κάποιον τρόπο, η υποβοηθούμενη εξέλιξη αποτελεί ένα επιχείρημα – ή την αναγνώριση της ανάγκης – να μην κάνουμε πίσω τώρα, καθώς δεν μπορεί να νοηθεί ένα μέλλον κατά το οποίο οι άνθρωποι δεν θα επηρεάζουν σε βάθος τις ζωές και τις μοίρες των άγριων ζώων.
Σύμφωνα με τον Δρ. Harley, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η αναχαίτιση περαιτέρω εξαφανίσεων ειδών στο μέλλον θα απαιτήσει την ανθρώπινη παρέμβαση, την καινοτομία και την αφοσίωσή μας. “Ας αφεθούμε σε αυτό, ας μην το αφήσουμε να μας τρομάξει,” είπε. “Η οπτική μου είναι ότι σε 50 χρόνια από τώρα, οι βιολόγοι και όσοι ασχολούνται με την προστασία της άγριας ζωής θα κοιτούν πίσω σ’ εμάς και θα λένε, “Γιατί δεν έκαναν τα απαραίτητα βήματα και δεν άδραξαν τις ευκαιρίες όταν μπορούσαν;”
Με πληροφορίες από New York Times