Έρευνα: Τα άγρια ζώα που έχουν ψυχικά τραύματα ζουν λιγότερο
Στέλλα Πανοπούλου
08/11/2024
Γνωρίζουμε καλά ότι τα ψυχικά τραύματα, ειδικά αυτά που συμβαίνουν κατά την παιδική ηλικία, καθώς και άλλες δύσκολες εμπειρίες, μπορεί να έχουν συνέπειες που επιμένουν και επηρεάζουν σοβαρά την υγεία και την ευημερία των ενήλικων ανθρώπων.
Ενώ, όμως, οι επιπτώσεις των τραυματικών εμπειριών έχουν μελετηθεί εκτενώς στους ανθρώπους, δεν είμαστε μόνο εμείς που τις βιώνουμε.
Τι τραύματα αντιμετωπίζουν τα ζώα;
Πολλά ζώα που έχουν βιώσει δύσκολες καταστάσεις φέρουν τα σημάδια τους για χρόνια, αν όχι για όλη τους τη ζωή. Αν έχετε υιοθετήσει σκυλάκι καταφυγίου, είναι πιθανό να έχετε παρατηρήσει από πρώτο χέρι τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζουν τη συμπεριφορά του οι δυσμενείς συνθήκες που έχει αντιμετωπίσει σε πρώιμο στάδιο της ζωής του. Ένα ζώο που έχει υποστεί αμέλεια, εγκατάλειψη, ή κακοποίηση, τείνει να είναι πιο ευαίσθητο και αντιδραστικό.
Όπως και τα κατοικίδιά μας, έτσι και τα άγρια ζώα αποκτούν δυσάρεστες ή τραυματικές εμπειρίες, οι συνέπειες των οποίων επιμένουν για το υπόλοιπο της ζωής τους. Πολλές έρευνες, τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα ζώα, αναδεικνύουν τη σημασία των εμπειριών σε πρώιμα στάδια της ζωής για την ανάπτυξη της συμπεριφοράς και της ψυχικής κατάστασης. Οι ερευνητές, όμως, δεν γνωρίζουν τόσα πολλά για το αν και πόσο λειτουργούν αθροιστικά οι δυσκολίες και τα τραύματα στην υγεία και στη γενικότερη ευημερία ενός ζώου.
Οι πληθυσμοί άγριων ζώων αντιμετωπίζουν πολλούς στρεσογόνους παράγοντες. Έλλειψη τροφής και ανταγωνισμός για την απόκτησή της, κίνδυνος να φαγωθούν από κάποιον θηρευτή, ασθένειες και ακραίες καιρικές συνθήκες, και ανθρωπογενείς παράγοντες όπως είναι η καταστροφή των ενδιαιτημάτων τους και η ρύπανση (ηχορύπανση, φωτορύπανση, κ.α.).
Αν λάβει κανείς υπόψη την εκτεταμένη απώλεια της βιοποικιλότητας, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό να κατανοήσουμε πώς επηρεάζονται τα ζώα από τους στρεσογόνους παράγοντες και πώς αντιδρούν σε αυτούς, ώστε να μπορέσουμε να τα προστατεύσουμε καλύτερα. Δεν είναι εύκολο, όμως, να μελετηθεί λεπτομερώς μια τόσο ευρεία γκάμα στρεσογόνων παραγόντων.
Στα πλαίσια μιας πρόσφατης έρευνας της Xochitl Ortiz Ross, υποψήφιας διδάκτορα στην οικολογία και την εξελικτική βιολογία στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, και του Daniel T. Blumstein, Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, επιχειρήθηκε ακριβώς αυτό.
Ο δείκτης αθροιστικής αντιξοότητας
Το αποτέλεσμα των πολλαπλών αντιξοοτήτων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι μετριέται σύμφωνα με τον δείκτη αθροιστικής αντιξοότητας. Οι ερευνητές που δημοσίευσαν την παραπάνω μελέτη ανέπτυξαν ένα σύστημα μέτρησης του τραύματος βασισμένο στην ψυχολογική έρευνα για το τραύμα των ανθρώπινων παιδιών.
Οι αναπτυξιακοί ψυχολόγοι ξεκίνησαν να αναπτύσσουν αυτό που σήμερα αποκαλείται βαθμός αντίξοων εμπειριών παιδικής ηλικίας, ένα σύστημα που περιγράφει ποσοτικά τις αντιξοότητες που έχει αντιμετωπίσει ένας άνθρωπος ως παιδί. Ο δείκτης αυτός προκύπτει από το άθροισμα όλων των αντίξοων συνθηκών που έχει βιώσει ένα παιδί, όπως είναι η παραμέληση, η κακοποίηση, ή άλλες δυσλειτουργικές καταστάσεις στην οικογένεια. Ο δείκτης αυτός μπορεί στη συνέχεια να χρησιμοποιηθεί για να προβλέψει προβλήματα στην υγεία και στην ευημερία, όπως είναι χρόνιες ασθένειες, ψυχικές ασθένειες, ή ακόμα και η οικονομική κατάσταση του ατόμου. Η προσέγγιση αυτή έχει φέρει επανάσταση σε πολλά προγράμματα παρέμβασης για την ανθρώπινη υγεία, εντοπίζοντας παιδιά και ενήλικες που βρίσκονται σε κίνδυνο και επιτρέποντας την ανάπτυξη πιο στοχευμένων παρεμβάσεων και ενεργειών πρόληψης.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, με τα άγρια ζώα;
Η έρευνα για τις μαρμότες
Στα πλαίσια της μελέτης της, η ερευνητική ομάδα ανέπτυξε ένα πλαίσιο για το πώς μπορεί κανείς να δημιουργήσει έναν δείκτη αθροιστικής αντιξοότητας για τα άγρια ζώα, και το εφάρμοσαν σε έναν πληθυσμό μαρμοτών. Αυτό που ήθελαν να ελέγξουν οι επιστήμονες, ήταν το πόσο θα ζούσε μια μαρμότα ανάλογα με τον δείκτη τραυμάτων της.
Η συγκεκριμένη ερευνητική ομάδα μελετά τις μαρμότες με την κίτρινη κοιλιά που ζουν στο Κολοράντο, στο Βιολογικό Εργαστήριο Rocky Mountain, από το 1962.
Οι μαρμότες με την κίτρινη κοιλιά προσφέρονται για μελέτη καθώς είναι ημερόβιες, και ζουν σε συγκεκριμένα σημεία, σε λαγούμια που σχηματίζουν μια αποικία σε μια καθορισμένη γεωγραφική περιοχή. Πέφτουν σε χειμερία νάρκη για το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, και είναι ενεργές από τον Απρίλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι ερευνητές μελετούν συστηματικά κάθε αποικία και σηματοδοτούν κάθε άτομο, ώστε να μπορεί να ταυτοποιηθεί στη συνέχεια. Οι μαρμότες μπορούν να φτάσουν τα 15 χρόνια, και οι ερευνητές διαθέτουν πληροφορίες για τις εμπειρίες ζωής των μαρμοτών που διατρέχουν τις τελευταίες 30 γενιές. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο πληθυσμός αυτός θεωρήθηκε ιδανικός για να εφαρμοστεί πάνω του ο δείκτης αθροιστικής αντιξοότητας.
Στις αντιξοότητες συμπεριλήφθηκαν οικολογικοί παράγοντες, όπως είναι η καθυστέρηση της άνοιξης, η ξηρασία του καλοκαιριού, και η έντονη παρουσία θηρευτών. Συμπεριλήφθηκαν, ακόμα, γονεϊκοί παράγοντες, όπως πολύ αδύναμη μητέρα, καθυστερημένη γέννα, ή απώλεια της μητέρας, και δημογραφικοί παράγοντες, όπως η γέννηση μαζί με πολλά αδέρφια.
Αυτό που έδειξαν τα αποτελέσματα της έρευνας, είναι ότι ακόμα και μία αντιξοότητα πριν την ηλικία των 2 ετών μείωνε το προσδόκιμο επιβίωσης μιας μαρμότας στο μισό, ανεξάρτητα από το είδος της αντιξοότητας.
Τι σημαίνει αυτό;
Παρόμοιες έρευνες έχουν γίνει στα άγρια πρωτεύοντα και στις ύαινες, με πολύ παρόμοια αποτελέσματα. Οι επιστήμονες εξηγούν ότι η βαθύτερη κατανόηση του πώς μπορούν ή δεν μπορούν τα ζώα να διαχειριστούν πολλαπλές πηγές αντιξοοτήτων μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη διαχείριση και στην προστασία άγριων πληθυσμών, περιορίζοντας τον αριθμό των στρεσογόνων παραγόντων που μπορεί να επηρεάζουν ένα είδος.
Το σίγουρο είναι, όμως, όπως δείχνουν οι παραπάνω έρευνες, ότι οι τραυματικές εμπειρίες κατά την παιδική ηλικία επηρεάζουν σημαντικά τα ζώα των περισσότερων ειδών, ακόμα και ως προς το προσδόκιμο επιβίωσης.
Με πληροφορίες από The Conversation